museduc banner

Συνέδριο «Η Συνθήκη της Λωζάννης 90 χρόνια μετά: οι μειονοτικές ρυθμίσεις»
Κομοτηνή 22 και 23 Νοεμβρίου 2013

Το Πρόγραμμα για την Εκπαίδευση των Παιδιών της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη (ΠΕΜ) σε συνεργασία με το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) οργάνωσαν συνέδριο με αντικείμενο «Η Συνθήκη της Λωζάννης 90 χρόνια μετά: Οι μειονοτικές ρυθμίσεις». Το συνέδριο έγινε στην Κομοτηνή στις 22-23 Νοεμβρίου, στην αίθουσα εκδηλώσεων της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης.

Αντικείμενο του Συνεδρίου δεν ήταν η ανάλυση της αντιμετώπισης από την Ελλάδα και την Τουρκία των εκατέρωθεν μειονοτήτων τους, αλλά αποκλειστικά η εφαρμογή των μειονοτικών ρυθμίσεων στη Θράκη. Ως ομιλητές  συμμετείχαν πανεπιστημιακοί, εκπρόσωποι θεσμών, πολιτικοί και δημοσιογράφοι από όλους τους πολιτικούς χώρους. Μέλη της μειονότητας και της πλειονότητας συμμετείχαν από κοινού σε επιστημονικό συνέδριο, αντάλλαξαν δημόσια τις απόψεις τους για θέματα που αφορούν τις μειονοτικές ρυθμίσεις της Συνθήκης και τα δικαιώματα των ελλήνων πολιτών μελών της μειονότητας, κάτι που είναι κάτι περισσότερο από σπάνιο στην κοινωνία της Θράκης.

lozani

Οι πέντε συνεδρίες διαχειρίστηκαν τα εξής θέματα: «Μειονοτικό ή δημόσιο σχολείο;», «Σαρία: κατάργηση ή διατήρηση;», «Θετικές διακρίσεις: υπέρ ή κατά;», «Ενενήντα χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάννης» και «Η μειονότητα της Θράκης στο ευρωπαϊκό πλαίσιο». Την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου έκανε ο Κοσμήτορας της Σχολής Κλασικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών, Καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, εκ μέρους του Πρύτανη του ΔΠΘ, με σύντομη ιστορική αναδρομή  στη σημασία της Συνθήκης της Λωζάννης για τη σύγχρονη ιστορία. 

Την πρώτη συνεδρία, με αντικείμενο εκπαίδευση των παιδιών και νέων της μειονότητας, την προήδρευσε η Άννα Φραγκουδάκη, επιστημονική υπεύθυνη του ΠΕΜ, ομότιμη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τους/τις ομιλητές/ριες απασχόλησε το ερώτημα εάν η εκπαίδευση των παιδιών της μειονότητας, όπως είναι οργανωμένη, προσφέρει ίσες ευκαιρίες για το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού, επίσης εάν η διγλωσσία όπως εφαρμόζεται στο μειονοτικό σχολείο έχει τα προσδοκώμενα από ένα δίγλωσσο σχολείο αποτελέσματα. Τη συζήτηση, αν την ορίσουμε με όρους πολιτικής επιστήμης, απασχόλησαν οι δύο θεωρητικές προσεγγίσεις μέσα από το δίπολο: «καθολικά δικαιώματα» και «κοινοτισμός».

Η πρώτη ομιλήτρια, Μαριέττα Γιαννάκου, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ στο Ευρωκοινοβούλιο, ανέπτυξε τη θέση για τα δικαιώματα της μειονότητας των ελλήνων πολιτών της Θράκης, το δικαίωμα σε ίσες ευκαιρίες και στην πλήρη ένταξη στην κοινωνία, όσο και το δικαίωμα στη διατήρηση των ιδιαιτεροτήτων και των παραδόσεών της. Οι ίσες ευκαιρίες, διευκρίνισε, απαιτούν τις θετικές διακρίσεις. Για την υλοποίηση των δικαιωμάτων αναφέρθηκε στη δική της συμβολή ως υπουργού Παιδείας, όταν θεσμοθέτησε την προαιρετική διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας στο δημόσιο σχολείο και την εισαγωγή στα ΤΕΙ με ειδικές εισαγωγικές εξετάσεις, μέτρο που συμπλήρωσε την αντίστοιχη εισαγωγή στα ΑΕΙ από τον Γ. Παπανδρέου, προκάτοχό της υπουργό Παιδείας. Αναφέρθηκε στις πολλές θετικές εξελίξεις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια και στη συμβολή του ΠΕΜ σε αυτές, υποστηρίζοντας ωστόσο ότι πρέπει να υπάρξουν και άλλες βελτιώσεις.

Ο Τζεμήλ Καπζά, δημοσιογράφος, ανέπτυξε την ανεπαρκή εφαρμογή του δικαιώματος των παιδιών της μειονότητας στην εκπαίδευση, υποστηρίζοντας ότι δεν ανταποκρίνονται οι αρχές του κράτους στα αιτήματα της μειονότητας για την επέκταση και βελτίωση του συστήματος μειονοτικών σχολείων. Άσκησε κριτική στην πολιτεία για τη μη ανταπόκρισή της στην ανάγκη να πολλαπλασιαστούν τα μειονοτικά γυμνάσια και να ιδρυθούν δίγλωσσα μειονοτικά νηπιαγωγεία στους οικισμούς που λειτουργούν μειονοτικά δημοτικά σχολεία. Αναφέρθηκε επίσης στην ολιγωρία της πολιτείας να ολοκληρώσει νομοθετικά την αντικατάσταση της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (ΕΠΑΘ), ώστε οι εκπαιδευτικοί μέλη της μειονότητας για το τουρκόφωνο πρόγραμμα των μειονοτικών σχολείων να σπουδάζουν στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Η επόμενη ομιλήτρια Θάλεια Δραγώνα, καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, υπερθεμάτισε στο αίτημα του Τζεμήλ Καπζά για την ολοκλήρωση της νομικής κατοχύρωσης του διαδόχου σχήματος της ΕΠΑΘ. Υποστήριξε ότι το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα, είτε μειονοτικό είτε δημόσιο, προωθεί το πρώτο την παράλληλη μονογλωσσία και το δεύτερο την αφομοίωση. Και οι δύο τύποι εκπαίδευσης συνεπώς χρειάζονται δομικές αλλαγές, ώστε η καθεμία, μέσα από τη δική της προσέγγιση, να σεβαστεί τη διγλωσσία και την ιδιαίτερη πολιτιστική ταυτότητα των παιδιών της μειονότητας. Αυτές οι δομικές αλλαγές δεν μπορεί να γίνουν και να πετύχουν έξω από ένα πλαίσιο συστηματικού και δημοκρατικού διαλόγου μεταξύ πλειονότητας και μειονότητας.

Την απαισιοδοξία του ως προς την τρέχουσα κατάσταση της μειονοτικής εκπαίδευσης αλλά και τις μελλοντικές προοπτικές της εξέφρασε ο γιατρός Ιμπράμ Ονσούνογλου. Αναφέρθηκε στην εποχή της παλιάς πολιτικής παραβίασης των δικαιωμάτων του πολίτη για τα μέλη της μειονότητας και τις συνέπειές της. Για το μειονοτικό σχολείο υποστήριξε ότι θα μπορούσε, αν λαμβάνονταν τα απαραίτητα μέτρα, να είναι σχολείο δίγλωσσο και επιτυχημένο, έτσι ώστε και την ελληνική γλώσσα να μαθαίνουν καλά οι μαθητές και την τουρκική να καλλιεργούν διατηρώντας την πολιτισμική τους ιδιαίτερη ταυτότητα. Αναφέρθηκε θετικά στο ΠΕΜ τονίζοντας ωστόσο ότι η απουσία μέριμνας από την πολιτεία για τη βελτίωση του μειονοτικού σχολείου αναγκάζει τους γονείς της μειονότητας να το εγκαταλείπουν.

Το θέμα της δεύτερης συνεδρίας που διηύθηνε η Έφη Φωκά, ερευνήτρια στο ΕΛΙΑΜΕΠ, ήταν η διατήρηση ή η κατάργηση του ισλαμικού νόμου της Σαρίας. Στην έναρξη αυτής της συνεδρία προέκυψε ένα ατυχές συμβάν, το οποίο δημιούργησε ένταση και αντιπαραθέσεις. Είχε προβλεφθεί ο δημοσιογράφος Εβρέν Δεδέ να μιλήσει τουρκικά με ταυτόχρονη μετάφραση, με αίτημά του και αίτιο την όχι επαρκή χρήση της ελληνικής στον επίσημο και δημόσιο λόγο, εφόσον είναι λίγα χρόνια στην Ελλάδα, γιατί μεγάλωσε και σπούδασε στην Τουρκία. Οι επίσημοι εκπρόσωποι της πολιτείας έκριναν ότι δεν έπρεπε ένας έλληνας πολίτης να μιλήσει στο συγκεκριμένο πλαίσιο τουρκικά.  Η απαγόρευση οδήγησε τον ομιλητή σε αποχώρηση, αφού πρώτα ανέθεσε ο ίδιος στον συνεργάτη του δημοσιογράφο Αϊντίν Μποσταντζή να διαβάσει την ομιλία του σε μετάφραση στα ελληνικά (όπως και διαβάστηκε). Ξεσηκώθηκαν διαμαρτυρίες και ενστάσεις από το ακροατήριο και ο πολιτευτής της ΔΗΜΑΡ Ιλχάν Αχμέτ κυκλοφόρησε, αποχωρών, έγγραφη καταγγελία. Η ειδική σύμβουλος του ΠΕΜ Θάλεια Δραγώνα ανέλαβε εκ μέρους των διοργανωτών την  ευθύνη για το γεγονός, προσθέτοντας ότι, μολονότι αποτελεί πισωγύρισμα στις εξελίξεις για την αρμονική ένταξη της μειονότητας στην κοινωνία με βάση την από δύο δεκαετίες πλέον πολιτική του ελληνικού κράτους, δείχνει ότι η δημοκρατία δεν είναι δρόμος ευθύγραμμος, έχει μπρος αλλά και πίσω, ώστε να ξαναπάει μπρος, και έδωσε την επιλογή στους συνέδρους να συνεχιστεί ή όχι το συνέδριο. Το μεγαλύτερο μέρος των συνέδρων (μέλη τόσο της πλειονότητας όσο και της μειονότητας) επέλεξε να παραμείνει στην αίθουσα και η συνεδρία συνεχίστηκε.

Οι εισηγήσεις αναπτύχθηκαν γύρω από το ερώτημα, «κατάργηση ή διατήρηση» της Σαρίας. Ο Γιώργος Καλαντζής, Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας, αρχικά έκανε για τη Σαρία μια ιστορική αναδρομή στη νομοθεσία του Ελευθέριου Βενιζέλου που είχε στόχο του ελληνικού κράτους να επιδείξει προς τους μουσουλμάνους πολίτες του σεβασμό στο Ισλάμ. Την εφαρμογή της Σαρίας την παρουσίασε ως προνόμιο και δικαίωμα. Διαφώνησε με τις κατηγορίες πολιτών που εισηγούνται την κατάργηση της Σαρίας. Διατύπωσε τη θέση ότι οι κοινωνίες αποδέχονται τέτοιες μείζονες αλλαγές μόνο όταν οι ίδιες είναι έτοιμες και δήλωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να καταργήσει τη Σαρία, εάν η μουσουλμανική μειονότητα δεν το ζητήσει η ίδια. Τέλος συνέδεσε την κατάργηση της Σαρίας με την εκλογή του Μουφτή, για την εφαρμογή της οποίας έθεσε ως απαραίτητες προϋποθέσεις την αποσαφήνιση όρων όπως η σύνθεση του εκλεκτορικού σώματος, η διαδικασίας εκλογής και η διάρκεια κατοχής της θέσης.

Ο δικηγόρος Χαλήλ Μουσταφά ανέπτυξε, με συγκεκριμένα παραδείγματα, τα πολλά προβλήματα που γεννιούνται από την εφαρμογή της Σαρίας για τις γυναίκες και τα παιδιά της μειονότητας, όπως τα συναντά στην καθημερινή επαγγελματική του εμπειρία σε περιπτώσεις διαζυγίων. Αναφέρθηκε στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες της μειονότητας στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους κατά τη λύση του γάμου, στα θέματα διατροφής και επιμέλειας παιδιών, όσο και στα λοιπά προβλήματα που θέτει η εφαρμογή θρησκευτικών κανόνων στα ζητήματα κληρονομιάς έναντι της ισότητας που προβλέπει το αστικό δίκαιο για τους λοιπούς πολίτες. 

Ο Γιάννης Κτιστάκις, λέκτορας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου και επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου, υποστήριξε ότι η εφαρμογή της Σαρίας αντίκειται στα ανθρώπινα δικαιώματα και αποτελεί θλιβερή εξαίρεση να είναι η Ελλάδα το μοναδικό κράτος στην Ευρώπη όπου, για μέρος των πολιτών του, αρμόδια για τη διευθέτηση του γάμου, του διαζυγίου, της διατροφής, της κληρονομιάς και της επιμέλειας παιδιών δεν είναι τα αστικά δικαστήρια αλλά ένας ιεροδίκης. Ανέπτυξε τις παραβιάσεις δικαιωμάτων των γυναικών και των θυγατέρων που πηγάζουν από αυτή την εξαίρεση, η οποία έρχεται σε αντίθεση με την κρατική νομοθεσία και τις συνταγματικές αρχές.

Η ομιλία του δημοσιογράφου Εβρέν Δεδέ (την οποία διάβασε ο Αϊντίν Μποσταντζή) ήταν υπέρ του γάμου με βάση τους ισλαμικούς κανόνες. Ανέπτυξε τη λειτουργία των θρησκευτικών κανόνων περί γάμου και διευκρίνισε ότι παρανοούνται από όσους δε γνωρίζουν τις λεπτομέρειες των ιερών κειμένων του Ισλάμ. Υποστήριξε ότι τα μέλη της μειονότητας ακολουθούν την πολιτιστική τους παράδοση και επιθυμούν να επιλέγουν το γάμο με βάση τη θρησκεία τους και τους κανόνες της. Για το ενδεχόμενο της διευθέτησης του διαζυγίου και όλων των θεμάτων που προκύπτουν από τη διάλυση ενός γάμου, υποστήριξε την ευθυγράμμιση με την αστική δικαιοσύνη. 

Την τρίτη συνεδρία την επομένη το πρωί διηύθηνε ο Νικηφόρος Διαμαντούρος, πρώην Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής και ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το θέμα της αφορούσε τις θετικές διακρίσεις και το ερώτημα, σε ποιο βαθμό τέτοιες πολιτικές μπορούν να διορθώσουν αδικίες εις βάρος κοινωνικών ομάδων που έχουν γίνει στο παρελθόν. Στη συνεδρία αυτή δεν πήρε μέρος, όπως είχε προβλεφθεί στο πρόγραμμα, ο Ιλχάν Αχμέτ εκφράζοντας την αντίθεσή του στην παρεμπόδιση χρήσης της τουρκικής γλώσσας στο συνέδριο.

Ο Δρ Πολιτικών Επιστημών Ηρακλής Μήλλας υποστήριξε την ανάγκη προώθησης μέτρων θετικής διάκρισης, επισημαίνοντας παράλληλα κάποιους κινδύνους που ελλοχεύουν σε τέτοια μέτρα και ενδέχεται να ενισχύουν τα στερεότυπα και τους διαχωρισμούς. Κατέληξε ότι οι θετικές διακρίσεις πρέπει να είναι μέτρα όχι μόνιμα, αλλά μεταβατικές παρεμβάσεις διορθωτικές αδικιών του παρελθόντος με τελικό στόχο μια κοινωνία ισότητας.  

Τις θετικές συνέπειες της «ποσόστωσης», του μέτρου που από το 1996 άνοιξε το δρόμο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για τα παιδιά της μειονότητας, ανέλυσε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Νέλλη Ασκούνη. Παρουσίασε τα αποτελέσματα έρευνας για τους φοιτητές και τις φοιτήτριες της μειονότητας αναδεικνύοντας το γεγονός ότι η ποσόστωση λειτούργησε ως καταλύτης σημαντικών εκπαιδευτικών και κοινωνικών αλλαγών στο χώρο της μειονότητας. 

Τέλος, ο δημοσιογράφος Σαμή Καραμπουγιούκογλου αναφέρθηκε στις πολιτικές παραλογισμού του παρελθόντος για τα μειονοτικά ζητήματα και στα αδιέξοδα που αυτές προκάλεσαν. Τόνισε ότι η εφαρμογή θετικών διακρίσεων ως πράξη αναγνώρισης λαθών δίνει ένα μήνυμα για ένα καλύτερο μέλλον, αλλά χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια γιατί οι αντιστάσεις στην αλλαγή, όπως φάνηκε και από την απαγόρευση χρήσης της τουρκικής την προηγούμενη μέρα, είναι ακόμα ισχυρές.

Η τέταρτη συνεδρία που διηύθυνε ο πρέσβης ε.τ. Παύλος Αποστολίδης, ασχολήθηκε με το τοπίο των μειονοτικών ρυθμίσεων 90 χρόνια μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης. Ο Samim Akgönül,  καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου, ανέδειξε την αντίληψη περί μειονοτήτων την εποχή που υπογράφηκε η Συνθήκη, όπου η ομοιογένεια της ταυτότητας στα πλαίσια του έθνους-κράτους λειτουργούσε ως εξασφάλιση της σταθερότητας. Υποστήριξε ότι η Συνθήκη (αν και δεν εφαρμόστηκε σωστά) καθήλωσε τις δύο μειονότητες στο μειονοτικό τους καθεστώς και δεν τους επέτρεψε να γίνουν πραγματικοί πολίτες. Υπογράμμισε την ανάγκη υπέρβασης της Συνθήκης της Λωζάννης, υπό το φως νέων ρυθμίσεων για την προστασία των μειονοτήτων σε συγκεκριμένα θέματα όπως είναι η αμοιβαιότητα, οι θρησκευτικοί ηγέτες και το εκπαιδευτικό σύστημα.

Για τις μειονότητες και την ιδιότητα του πολίτη στην Τουρκία μετά το 1923 μίλησε η Μερόπη Αναστασιάδου, καθηγήτρια στο INALCO στο Παρίσι. Παρουσίασε μια ανασκόπηση των συζητήσεων που προκάλεσε το ζήτημα της ιδιότητας του πολίτη πριν ακόμη υπογραφεί η Συνθήκη της Λωζάννης και ανέλυσε τις εξελίξεις στον τομέα αυτό μετά την υπογραφή της. Υποστήριξε ότι η Συνθήκη δημιούργησε στην Τουρκία πολίτες δύο ταχυτήτων όπου στη μια, ολοκληρωμένη και πλήρη, έχουν πρόσβαση οι μουσουλμάνοι Τούρκοι ενώ η δεύτερη, μειωμένη, προορίζεται για τους αλλόθρησκους, μη μουσουλμάνους πολίτες της χώρας. Αν και η ανάλυσή της περιορίστηκε στην περίπτωση της Τουρκίας, υπογράμμισε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες.

Τις σημαντικές εξελίξεις στην προστασία των μειονοτήτων και των ατόμων που ανήκουν σε αυτές, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη διεθνή έννομη τάξη, από την εποχή της υπογραφής της Συνθήκης ανέδειξε ο πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) Χρήστος Ροζάκης. Αναφέρθηκε στη διεύρυνση της προστασίας που παρέχει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου μέσα από τον μηχανισμό των ατομικών προσφυγών και υποστήριξε ότι, μολονότι οι δικαστικές αποφάσεις του ΕΔΔΑ περιορίζονται στην ατομική προστασία, το δεδικασμένο του Στρασβούργου δημιουργεί νομολογία η οποία μπορεί να εξισωθεί με ένα γενικό πρόταγμα από το οποίο ένα κράτος δεν μπορεί να αποκλίνει με ευκολία.

Αντίστοιχη ήταν και η θέση του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη, αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ως προς την ανάγκη προσφυγής σε νεότερα κείμενα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου ή της εθνο-θρησκευτικής και γλωσσικής ιδιαιτερότητας μειονοτήτων. Υποστήριξε ότι η Συνθήκη της Λωζάννης διατηρείται -από και για την μειονότητα- σε μια βολική ισορροπία: ως καταστατικός νομικός χάρτης της ύπαρξης της μειονότητας αλλά και ως εργαλείο πολιτικού ελέγχου μέσα από το κοινοτιστικό μοντέλο με κριτήριο τη θρησκευτική ένταξη. Το μέλλον της ανέφερε ότι θα κριθεί κυρίως από την απενεργοποίηση ρητορικών και πρακτικών που εδράζονται στο επιχείρημα του «εθνικού κινδύνου» και της επιβολής μιας «εξαιρετικής κατάστασης» που συνέχεται με την άρρητη αναγνώριση της εθνικής ταυτότητας του μεγαλύτερου τμήματος της μειονότητας της Θράκης.

Η τελευταία συνεδρία είχε θέμα την μειονότητα της Θράκης στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η συνεδρία αυτή υπέστη τις συνέπειες της προηγούμενης ημέρας με την παρεμπόδιση της χρήσης της τουρκικής. Ο βουλευτής Αϊχάν Καραγιουσούφ δεν προσήλθε να κάνει την προβλεπόμενη ομιλία του και συνεργάτης του ανέγνωσε από το βήμα διαμαρτυρία για την απαγόρευση της τουρκικής ως αίτιο της μη συμμετοχής του. Ο γιατρός και πρώην βουλευτής Μουσταφά Μουσταφά προσήλθε, ανακοίνωσε από βήματος ότι αναγκάζεται να μη συμμετάσχει στις εργασίες με την ομιλία του εξαιτίας της οπισθοδρόμησης που αποτελεί η απαγόρευση της τουρκικής και αποχώρησε μετά την ολοκλήρωση της πρώτης ομιλίας της συνεδρίας εκείνης. Έτσι η συνεδρία που διηύθυνε ο Λουκάς Τσούκαλης, πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ, έμεινε με δύο μόνο ομιλητές μέλη της πλειονότητας.

Η Ντία Αναγνώστου, επίκουρη καθηγήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ανέπτυξε το επιχείρημα ότι η ΕΕ αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί γενικότερα είχαν αποφασιστική σημασία στη στροφή της ελληνικής πολιτικής απέναντι στη μειονότητα από το 1990 και μετά. Περιέγραψε και ανέλυσε το είδος της επιρροής που έχει ασκήσει το ευρωπαϊκό πλαίσιο στην περίπτωση της Ελλάδας και της μειονότητας στη Θράκη. Υποστήριξε ότι η ΕΕ δεν προώθησε ούτε επέβαλε μιαν άλλη πολιτική στην Ελλάδα απέναντι στη μειονότητα. Ωστόσο μέσα από τις ευρωπαϊκές διεργασίες γύρω από τα ανθρώπινα δικαιώματα, την περιφερειακή πολιτική ανάπτυξης καθώς και τη συμβολική σημασία της ως πολυεθνικής κοινότητας, η ΕΕ δημιούργησε ένα κατάλληλο πλαίσιο που επέτρεψε στην ελληνική κυβέρνηση να υιοθετήσει και να εφαρμόσει μια νέα μειονοτική πολιτική στη βάση των αρχών της ισονομίας και της ισοπολιτείας.

Τελευταίος ομιλητής ο βουλευτής και πρώην υπουργός Ευρυπίδης Στυλιανίδης. Υποστήριξε ότι η μειονοτική πολιτική της Ελλάδας στη Θράκη, μετά τη μεταπολίτευση, με κορύφωση τις τομές του 1990, απομόνωσε σταδιακά κάθε φωνή που ενίσχυε φανατισμούς, μίση και εθνικισμούς. Αναφέρθηκε στο θέμα του Μουφτή και σημείωσε ότι οι Μουφτήδες της Θράκης είναι διορισμένοι όπως στα περισσότερα μουσουλμανικά κράτη, συμπεριλαμβανόμενης και της Τουρκίας και ότι οι απόψεις που θέλουν τον Μουφτή εκλεγμένο, εκπορεύονται από πολιτικές και εθνικιστικές σκοπιμότητες και έρχονται σε αντίθεση με την ιερή παράδοση του Ισλάμ καθώς και με το ελληνικό δίκαιο. Για το θέμα της κατάργησης της Σαρίας, ισχυρίστηκε ότι, όσο και αν προβάλλονται σαν προοδευτικές από τους εκφραστές τους, είναι μάλλον παρεμβατικές και αντιδημοκρατικές για την εσωτερική λειτουργία των μουσουλμάνων. Έκλεισε την ομιλία με την εικόνα μιας αρμονικής, πολυπολιτισμικής Θράκης.

Συμπερασματικά, είναι προφανές ότι οι απόψεις που ακούστηκαν στο συνέδριο αντιπροσωπεύουν πολυφωνία και κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για σύνθεση συμπερασμάτων. Εκφράστηκαν θέσεις αντίθετες μεταξύ τους, υπήρξαν συγκρούσεις, σημειώθηκαν πισωγυρίσματα με την απαγόρευση χρήσης της τουρκικής σε ένα συνέδριο που αντικείμενό του είχε τα μειονοτικά δικαιώματα (γλωσσικά, εκπαιδευτικά, θρησκευτικά), ενώ παράλληλα από μόνο του το γεγονός ότι ένα τέτοιο συνέδριο μπόρεσε να γίνει, ότι η αίθουσα ήταν συνεχώς κατάμεστη και ότι το μεικτό ακροατήριο εξέφρασε ζωηρά την άποψή του, διαμαρτυρήθηκε αλλά και εισηγήθηκε προτάσεις, είναι από μόνο του πρόοδος.

ΕΝΤΑΞΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΠΑΙΔΩΝ

ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ: «ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ»
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ»

ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΥΜΠΡΑΤΤΟΝΤΑΣ ΦΟΡΕΑΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Η πράξη συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) και από Εθνικούς πόρους

ΦΟΡΕΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Η πράξη «Ένταξη και εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων» εγκρίθηκε από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης Ε.Π. «Ανάπτυξη ανθρώπινου δυναμικού, εκπαίδευσης και διά βίου μάθησης» στις 16/9/2016 και θα ολοκληρωθεί στις 30/9/2019
Επιστημονική υπεύθυνη της πράξης είναι η Kαθηγήτρια του ΕΚΠΑ Θάλεια Δραγώνα

Αυτή η σελίδα χρησιμοποιεί cookies για να διαχειριστεί τα στοιχεία χρήσης, στατιστικά πλοήγησης και άλλες λειτουργίες. Επισκεπτόμενοι τη σελίδα μας συμφωνείτε οτι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε cookies.

OK